Άρθρο του Νίκου Ανδρουλάκη στην Εφημερίδα “Πατρίς”
Στις 10 Δεκεμβρίου του 1948, η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ υιοθέτησε την Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Οι αγριότητες και οι κτηνωδίες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ώθησαν τους παγκόσμιους ηγέτες να κατοχυρώσουν την προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων και τα ίσα δικαιώματα για όλους τους λαούς. Η Διακήρυξη εξέφραζε την πεποίθηση πως οι πολίτες ολόκληρου του κόσμου, δεν θα βιώσουν ποτέ ξανά καταστάσεις σαν αυτές στο Άουσβιτς.
Το φετινό Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης απονεμήθηκε σε δυο σημαντικές προσωπικότητες γνωστές σε όλα τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβου-λίου από το πρόσφατο παρελθόν. Η Γιαζίντι Νάντια Μουράντ, θύμα σεξουαλικής δουλείας από το Ισλαμικό Κράτος και ο Κονγκολέζος γιατρός και ακτιβιστής Ντένις Μουκουέγκε που περιθάλπει θύματα σεξουαλικής βίας, είχαν βραβευθεί το 2016 και 2014 αντίστοιχα, με το Βραβείο Ζαχάρωφ για τη διά βίου αφοσίωσή τους στην προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών.
Στο πλαίσιο αυτό, είχαμε τη δυνατότητα με τους υπόλοιπους συναδέλφους ευρωβουλευτές να τους γνωρίσουμε από κοντά και να ακούσουμε τις συγκλονιστικές ιστορίες των δύο αυτών σύγχρονων συμβόλων.
Κατά την εξαιρετικά συναισθηματικά φορτισμένη ομιλία της, η Νάντια Μουράντ, μέλος της αρχαίας θρησκευτικής μειονότητας των Γιαζίντι στο Ιράκ, μας διηγήθηκε τις συνταρακτικές αγριότητες και τις αλλεπάλληλες δοκιμασίες που βίωσε ως θύμα σεξουαλικής δουλείας στα χέρια του Ισλαμικού Κράτους. Παρά τον καθημερινό βιασμό της, ψυχικό και σωματικό, η Νάντια βρήκε τη δύναμη να αποδράσει. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά στην ευχαριστήρια ομιλία της κατά την παραλαβή του βραβείου της από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στόχος της ζωής της είναι πλέον να γίνει η φωνή αυτών που δεν μπορούν να μιλήσουν πια.
Οι περιγραφές της μου έφεραν στο μυαλό εικόνες από το Έρεβαν της Αρμενίας όπου βρέθηκα το 2015 στο πλαίσιο της συμμετοχής μου στις εκδηλώσεις μνήμης για τα 100 χρόνια από την Γενοκτονία των Αρμενίων. Εκεί επισκέφτηκα το Μουσείο της Γενοκτονίας όπου παρακολούθησα τις εικόνες φρίκης και μίσους μέσα από διασωθέντα αρχεία.
Απεγνωσμένοι άνθρωποι να σταυρώνονται, να καίγονται ζωντανοί και να δολοφονούνται ενώ παράλληλα γυναικόπαιδα να βιάζονται και να σπρώχνονται στα σκλαβοπάζαρα. Εικόνες τερατώδεις που μας κάνουν μάρτυρες φρικαλεοτήτων, βίας και υποβάθμισης της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Εικόνες πανομοιότυπες με όσα μας διηγήθηκε η Νάντια, 100 χρόνια μετά στην ίδια σχεδόν γεωγραφική περιοχή.
Ως Ευρωπαίοι σοσιαλιστές και δημοκράτες, με διαρκή ψηφίσματα στην ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, έχουμε εκφράσει επανειλημμένα την όλο και αυξανόμενη ανησυχία μας για την καταπάτηση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και την παραβίαση του Διεθνούς Ανθρωπιστικού Δικαίου στις περιοχές αυτές. Αλλά δυστυχώς το πρόβλημα δεν αφορά μόνο τις αγριότητες του ΙΚ και την τραγική ζωή των γυναικών στην Αφρική.
Σήμερα σε ένα άλλο πλαίσιο, η Ευρώπη ξαναζεί ένα πανηγύρι μίσους και ματαιοδοξίας. Είναι ιδιαιτέρως ανησυχητική η ενδυνάμωση ακροδεξιών κινημάτων που εκμεταλλεύονται τις οικονομικές αδυναμίες της ΕΕ και το μεγάλο μεταναστευτικό κύμα για να προωθήσουν μια ακροδεξιά ατζέντα αμφισβήτησης των δικαιωμάτων της Διακήρυξης.
Δεν αρκούν όμως τα μεγάλα λόγια για την Ευρώπη φάρο σε θέματα σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της ελευθερίας, της ισότητας και του κράτους δικαίου. Χρειάζεται να ξανακάνουμε επίκαιρο το αίτημα για το πρωτείο της Δημοκρατίας και των δικαιωμάτων. Η καταπάτηση θεμελιωδών αξιών δεν μπορεί να παραμένει στο περιθώριο του πολιτικού διαλόγου.
Είναι αδιανόητο τη στιγμή που εξελίσσεται ένας αιματηρός εμφύλιος στην Υεμένη και στον απόηχο της δολοφονίας Κασόγκι, κάποια κράτη Μέλη να υπογράφουν φαραωνικές συμφωνίες για πωλήσεις όπλων με τις εμπλεκόμενες χώρες. Τα λόγια πρέπει να συνοδεύονται από τις αντίστοιχες πράξεις. 70 χρόνια μετά οι μνήμες και οι εμπειρίες πρέπει να γίνονται φρουροί για τα κεκτημένα που αμφισβητούνται.