Ομιλία Ανδρέα Λοβέρδου, Εισηγητή του Κινήματος Αλλαγής για την Αναθεώρηση του Συντάγματος στην Ολομέλεια της Βουλής

Αθήνα, 14 Μαρτίου 2019

Ομιλία Ανδρέα Λοβέρδου, Εισηγητή του Κινήματος Αλλαγής για την Αναθεώρηση του Συντάγματος στην Ολομέλεια της Βουλής

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, καλημέρα. Καλημέρα και στα παιδιά που είναι εδώ.

Πρέπει -αισθάνομαι υποχρεωμένος, για αυτό λέω «πρέπει»- να κάνω μία διευκρίνηση πριν ξεκινήσω. Υπάρχουν ορισμένα θέματα που σε ό,τι αφορά την αναθεώρηση του Συντάγματος προτάσσονται νομικών και πολιτικών άλλων επιχειρημάτων. Αυτά τα θέματα σχετίζονται με την ειλικρίνειά μας ή με την υποκρισία του Σώματος ή κάποιων από τα κόμματα του Σώματος ή κάποιων Βουλευτών.

Υπάρχει ένας κορμός προτάσεων, κύριε Δουζίνα, από την πλειοψηφία που αφορούν στα δικαιώματα. Αναφερθήκαμε εν εκτάσει. Πήρατε πρωτοβουλίες. Ελάτε να δούμε την πράξη, για να δούμε πώς φωτογραφίζεστε ως εικόνες πραγματικές και όχι λόγια. Πολλές ακαταστασίες στον χώρο της δικαιοσύνης θεσμικές και είστε βουβοί. Είστε βουβοί ενώ τινές εξ υμών μας είχαν συνηθίσει να είναι σκληροί και σταθεροί και σοβαροί όταν παραβιαζόταν το κράτος δικαίου και να κάνουν δηλώσεις στον Τύπο, για να μαθαίνει ο πολίτης τα όρια κράτους και δικαίου, εξουσίας και δικαιωμάτων. Δεν θα αναφερθώ, όμως, σήμερα σε αυτό. Θα μπορούσα να μιλάω ώρες και ως παθών.

Θα αναφέρω ένα άλλο παράδειγμα υποκρισίας, που αφορά στο τώρα. Όταν πέθαναν εκατόν ένας άνθρωποι στο Μάτι, η παρέλαση των επιχειρημάτων σας εδώ σχετιζόταν με τα αυθαίρετα. «Τα αυθαίρετα φταίνε, δεν φταίνε οι άνθρωποι που διαχειρίστηκαν μια πολύ δυνατή πυρκαγιά, μια καταστροφική πυρκαγιά. Φταίνε τα αυθαίρετα».

Οι τηλεοράσεις έδειχναν να γκρεμίζονται κάτι ομπρέλες ηλιοθεραπείας στη Σαρωνίδα.

Αυτό ήταν το έργο μιας κυβέρνησης, που καταπολεμούσε τα αυθαίρετα.

Εδώ, ο Υπουργός σας αγόρευε μισή ώρα. Και τώρα, στο ίδιο ακριβώς μέρος, οι μπετονιέρες έριξαν μπετό για να χτιστούν πέργκολες, κάτι που είναι δεκαπλάσια παραβίαση του περιβάλλοντος από την προηγηθείσα.

Αυτό λέγεται υποκρισία, κυρίες και κύριοι Βουλευτές. Και υπό την έννοια αυτή, η συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγματος για την πλειοψηφία του ΣΥΡΙΖΑ -πλειοψηφία-μειοψηφία- είναι μία υποκριτική συζήτηση. Και αυτό είναι η πρώτη μας λέξη. Υποκρισία νούμερο 1, καταγραφείσα από την αγόρευση μου.

Υποκρισία νούμερο 2: Υπάρχει σημαντικότερο δικαίωμα από το δικαίωμα στη ζωή; Κανένα κατά τις αξιολογήσεις του δυτικού κόσμου, στον οποίο η Ελλάδα ανήκει. Έχουμε απόπειρα δολοφονίας Πρωθυπουργού και έχουμε τον νυν Πρωθυπουργό να μην του κάνει ένα τηλέφωνο στήριξης, να μην τον επισκέπτεται. Ο μόνος! Και έχουμε και μια υποψήφια σας -δεν θέλω να πω το όνομά της- στο ευρωψηφοδέλτιο σας, που για τα θύματα του Ξηρού γράφει στα social media -δεν ξέρω που το έκανε, αλλά μου έκανε τραγική εντύπωση- ότι τα θύματα πρέπει να ζητήσουν συγνώμη από τον φονιά τους.

Και υποκρισία νούμερο 3 και σοβαρότερη, γιατί αφορά τον καθημερινό πολιτικό λόγο της μειοψηφίας: Υποτίθεται, κατά τη γνώμη της πλειοψηφίας-μειοψηφίας, ότι οι εκλογές που έρχονται -μιλώ για τις ευρωπαϊκές εκλογές, τις γενικές βουλευτικές εκλογές, για τις δημοτικές και τις περιφερειακές- έχουν ένα πολιτικό δίλημμα. Έχουν το πολιτικό δίλημμα ότι εδώ -στην Ελλάδα και στην Ευρώπη- έχουμε την ακροδεξιά, που επηρεάζει και τη Νέα Δημοκρατία, η συμπάγεια του δεξιού χώρου είναι αυτή, γιάφκες χιλιάδες στην Ελλάδα χιλιάδων ανθρώπων που μηχανεύονται και επεξεργάζονται σχέδια υπονόμευσης της δημοκρατίας και η ανάγκη για το μέτωπο -από την από εδώ πλευρά-, εναντίον της δεξιάς και της ακροδεξιάς, από την αριστερά και το κέντρο και την κεντροαριστερά, κάτι που έχει γίνει καταφανές ότι προβάλλεται ως ψευδές δίλημμα, με σκοπό να πάρει καμία ψήφο από το δικό μας χώρο.

Δεν υπάρχει μεγαλύτερη αστειότητα, δεν υπάρχει μεγαλύτερη απόδειξη μανιχαϊστικής πολιτικής παρέμβασης, δεν υπάρχει λιγότερο σοβαρό επιχείρημα που να έχει ακουστεί για να επιχειρήσει να κάνει τομή στο πολιτικό σύστημα, από αυτό. Και με βάση δήθεν αυτό το ψευτοδίλημμα, χτίζετε -υποτίθεται- συμμαχίες εναντίον αυτών που απεργάζονται τη δημοκρατία και την ανατροπή της.

Έχω πει πολλές φορές ότι όταν από την πλευρά της Χρυσής Αυγής ακούγονται οι απαράδεκτες φράσεις «προδότες», «πουλημένοι», πετάγεστε σαν ελατήρια, γιατί αυτό σας δίνει δικαίωμα να θυμίζετε στον εαυτό σας ότι έχετε και ένα παρελθόν. Γιατί όλα τα άλλα που λέγατε, τα έχετε καταπατήσει και η υποκρισία στο λόγο σας βασιλεύει. Παίζετε το παιχνίδι του αντιπάλου, της ακροδεξιάς. Δεν είστε. Μαζί τους ήσασταν στις διαδηλώσεις των αγανακτισμένων εναντίον των νόμιμων κυβερνήσεων της χώρας.

Και τώρα ως προς την αναθεώρηση. Διότι όσα είπα μέχρι τώρα, τα προηγούμενα, τα πολιτικά, είναι σοβαρότερα από όλα όσα νομικά ακούγονται εδώ, στην τελευταία συνεδρίαση μιας ανυπόληπτης διαδικασίας που έγινε χωρίς τον πολίτη να ακούει τι λέμε, χωρίς τον πολίτη να ενδιαφέρεται.

Και έχω εξηγήσει με τις ομιλίες μου -και θα το επαναλάβω- κυρίες και κύριοι Βουλευτές όλων των πτερύγων της Βουλής, ότι χάνουμε μία μεγάλη ευκαιρία.

Αγαπητέ συνάδελφε της Πλειοψηφίας, χάνουμε μια μεγάλη ευκαιρία. Η ομιλία σας ήταν απόδειξη αυτής της χαμένης ευκαιρίας. Σας είχαμε πει ως Δημοκρατική Συμπαράταξη, ότι τώρα είναι μια ευκαιρία και να μας ακούσει ο κόσμος και να κάνουμε κάτι καλό για την οικονομία, για τη χώρα μας γενικότερα, πάνω από όλα για τον πολίτη. Ποιο είναι αυτό το καλό; Να βάλουμε τον πολίτη στο κέντρο του ενδιαφέροντός μας, όχι με αφηρημένες έννοιες, αλλά τον πολίτη με καθημερινές του ιδιότητες. Πρώτα από όλα ως διοικούμενο, που παραπονείται για τις καθυστερήσεις που υφίσταται όταν λειτουργεί το Κράτος. Προτείνατε κάτι; Τίποτα. Εμείς προτείναμε τη συνταγματική καθιέρωση αποκλειστικών νομοθετικών προθεσμιών. Το ανέλυσα δέκα φορές. Δεν έχω χρόνο να το ξαναπώ. Το αρνηθήκατε. Ούτε ως κατεύθυνση το έχετε, ούτε στις εισηγήσεις σας ακούστηκε κάτι τέτοιο. Ο πολίτης, ως διοικούμενος, τελεί υπό την απόλυτη περιφρόνηση σας. Ο πολίτης, ως διάδικος, πάει στα δικαστήρια, καθυστερεί χρόνια, παραπονείται ότι αυτό είναι κατ’ ουσίαν αρνησιδικία, συνάδελφοι που έχετε κάνει τα νομικά στο πανεπιστήμιο. Πώς του απαντάμε; Εμείς με προτάσεις. Εσείς, με καμία πρόταση σχετική με τη δικαιοσύνη. Καμία. Και δεν αναφέρομαι μόνο στον τρόπο της εκλογής, της επιλογής των ηγετών των δικαστηρίων. Δεν αναφέρομαι μόνο σε αυτό. Αναφέρομαι στη διοίκηση, στη λειτουργική καθημερινότητα των δικαστηρίων, όπου εκεί έχουμε πρόβλημα και θα μπορούσαμε να βοηθήσουμε.

Κάναμε προτάσεις. Δεχτήκατε κάποια από τις δικές μας; Εμείς δεχτήκαμε κάποιες από τις δικές σας. Δεν δεχτήκατε καμία, ωσάν η δικαιοσύνη tabula rasa. Δεν φέρνετε ένα θέμα που να αφορά στη διοίκηση της, όχι προφανώς στην απονομή της. Δεν σας ενδιαφέρει καθόλου. Δεν θέλετε τίποτε απ’ αυτά που καλώς θα μπορούσαν να γίνουν, να τεθούν σε συζήτηση και σε ψηφοφορία. Ο πολίτης ως ενεργό υποκείμενο, ως οικονομικό υποκείμενο!

Υπήρχαν πάρα πολλές προτάσεις. Υπήρχαν προτάσεις για τις μεγάλες επενδύσεις που πρέπει να προστατεύεται το περιεχόμενό τους και να μην επιτρέπεται η εύκολη αλλαγή των όρων που η Βουλή ψηφίζει. Σκεφτήκατε ότι αυτό κάνει καλό στην οικονομία, το να μην αλλάζουν, δηλαδή, οι επενδυτικοί όροι; Δεν το σκεφτήκατε. Για τον πολίτη, δηλαδή, ως μέλος μιας κοινής οικονομίας -που μόνο για τους μεγιστάνες δεν είναι κοινοί, όλοι οι άλλοι είμαστε μέτοχοι, από καλύτερες ή από χειρότερες θέσεις, αυτής της κοινής οικονομίας- προτείνατε κάτι σχετικό; Όχι, δεν σας απασχολεί. Δεν σας ενδιαφέρουν αυτά. Δεν σας ενδιαφέρει ο άνθρωπος στην καθημερινή του λειτουργία.

Στα παιδιά που θέλουν να σπουδάσουν; Έχουμε τους «μετανάστες», τους μετοίκους που μετοικούν με δική τους επιλογή, όπως είναι πολλά στελέχη σας. Δεν θέλουν να μείνουν στην Ελλάδα. Θέλουν να πάνε να σπουδάσουν και να ζήσουν στο εξωτερικό. Πάντα υπήρχαν αυτοί. Υπάρχουν και τα παιδιά, όμως, -έχω συναντήσει, στις διάφορες διεθνείς επιτροπές της Βουλής που συμμετέχω τα τελευταία χρόνια, τέτοιου είδους νέους ανθρώπους- που βγαίνουν έξω σε χώρες που έχουν ανάπτυξη, παίρνουν μισθούς ύψους 1.200 ευρώ -δεν είναι κακοί μισθοί αυτοί για τις χώρες που ζουν, είναι καλοί μισθοί-, αλλά θέλουν να γυρίσουν. Αυτά τα παιδιά πρέπει να τα σκεφτούμε όλοι μαζί.

Οι αγορεύσεις της κυρίας Γεννηματά επ’ αυτού ήταν πάρα πολύ χαρακτηριστικές. Εδώ, όμως, έχουμε μπροστά μας -και το είχαμε ως δυνατότητα επίλυσης, αν παραμερίζαμε τις ιδεοληψίες μας-, το θέμα του άρθρου 16.

Κυρίες και κύριοι, το είπα δέκα φορές την Επιτροπή, το λέω και στην Ολομέλεια. Είναι δυνατόν να μην μας απασχολεί το γεγονός ότι χίλια διακόσια ελληνόπουλα σπουδάζουν νομικά στην Κύπρο;

Εγώ με τον κ. Κουρουμπλή έχουμε συγκρουστεί χίλιες φορές. Και αυτό που έκανε, να μας εγκαταλείψει και να αλλάξει πολιτική στέγη, δεν θα του το συγχωρήσω ποτέ. Αλλά αυτό είναι πολιτικό, μου επιτρέπει να τον ακούω. Και είπε στην Επιτροπή -και δεν το λέω επειδή θέλω να κάνω κερδοσκοπία πάνω στη δική του στάση, αντίθετα το λέω για να τον επαινέσω και το λέω γιατί το έχει επαναλάβει ο άνθρωπος με θάρρος- ότι το άρθρο 16 έπρεπε να το δούμε και έπρεπε να το δούμε με εγγυήσεις. Τα μη κρατικά, μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια ήταν μια λύση, στην οποία έπρεπε να προσχωρήσουμε για το καλό όλων των οικογενειών. Είναι προτιμότερο να μένουν τα παιδιά εδώ από το να αυξάνεται η μετοίκηση των νέων παιδιών, επειδή εμείς -εσείς δηλαδή, γιατί εμείς είμαστε στη σωστή πλευρά- έπρεπε να συγκρατήσουμε κάποιους ψηφοφόρους μας και κάποιους ανθρώπους που αμφισβητούν το πολιτικό μας προφίλ, το πολιτικό σας προφίλ;

Μετά από όσα κάνατε, πρέπει με κάποιους συνθηματολογικούς τρόπους να τους συγκρατήσετε στις πολιτικές σας δυνάμεις. Ασυγχώρητο λάθος! Λάθος μεγάλο! Λάθος που μαζί με τα προηγούμενα, μπορεί να κοστίσει και την ίδια την αναθεώρηση, δηλαδή να μην προχωρήσει η επόμενη Βουλή, να θεωρήσει χωρίς λόγο την αναθεώρηση αυτή και να διαμορφώσει νέα πρόταση στη νέα της Σύνοδο.

Είναι ανοιχτό αυτό το ενδεχόμενο, γιατί είναι πολύ μικρές οι συμβολές της πρότασης η οποία περνάει σήμερα και θα τεθεί ως πρόταση στην επόμενη Βουλή, που είναι αποτέλεσμα της δουλειάς μας.

Πολιτικό επιχείρημα, το οποίο και σας είπαμε από την αρχή. Εγώ, μάλιστα, έφερα και την ομιλία μου από την πρώτη συνεδρίαση της Επιτροπής για την Αναθεώρηση του Συντάγματος, για να σας διαβάσω ένα χωρίο. Είχαμε πει από εδώ -και η πρακτική μας ήταν αυτή- να μην πάρει καμία διάταξη πάνω από εκατόν ογδόντα (180) ψήφους στην παρούσα Βουλή -που πρέπει να τις πάρει αυτές τις ψήφους δυο φορές- ούτως ώστε στην επόμενη Βουλή να απαιτούνται οι εκατόν ογδόντα (180) ψήφοι, άρα να υπάρχει ανάγκη συναινέσεων.

Για αυτό από την πρώτη στιγμή κρατήσαμε τη στάση να ψηφίζει ένας για εμάς και να καλύπτει το σύνολο της Κοινοβουλευτικής μας Ομάδας, συν τον κ. Παναγούλη. Οφείλω να το επαναλάβω αυτό, το είχα πει και την άλλη φορά και δεν προσέχτηκε. Το είχαμε πει από την αρχή; Το είχαμε πει.

Στην πρώτη, λοιπόν, συνεδρίαση της Επιτροπής είπα τα εξής: Χρειάζονται εκατόν ογδόντα (180) ψήφοι, όπως όλοι ξέρουμε, από το άρθρο 110, που δεν πρέπει, όμως, να πάρουν οι υπό αναθεώρηση διατάξεις σε αυτή τη Βουλή, με την εξαίρεση των άρθρων που αφορούν την τιμή του πολιτικού κόσμου, το άρθρο 86 του Συντάγματος για την ποινική ευθύνη των Υπουργών και το άρθρο 62 του Συντάγματος για τα θέματα της βουλευτικής ασυλίας. Έξω είναι αυτά. Αυτά πρέπει να τα ψηφίσουμε, γιατί πρέπει να δείξουμε μια ομόνοια ως προς αυτά απέναντι στους πολίτες. Όμως, όσον αφορά όλα τα υπόλοιπα -όπως είχα πει- δεν πρέπει να πάρουν οι από αναθεώρηση διατάξεις σε αυτή τη Βουλή εκατόν ογδόντα (180) ψήφους, ακόμα κι αν χρειαστεί η Αντιπολίτευση να ψηφίσει με τον Πρόεδρο ή τον Κοινοβουλευτικό Εκπρόσωπο των κομμάτων -αυτό έλεγα, έτσι κάναμε- ακόμα και αν η Πλειοψηφία -απευθυνόμενος στον κ. Κατρούγκαλο και τον κ. Δουζίνα- χρειαστεί να μην ψηφίσει σύσσωμη. Αυτά τα είπα στην πρώτη συνεδρίαση της Επιτροπής.

Εις μάτην, βέβαια, γιατί οι παρωπίδες είναι συγκεκριμένες. Όπως μπήκατε στη Βουλή για την Αναθεώρηση του Συντάγματος, έτσι θα βγείτε. Και εκτός από χορηγοί της Νέας Δημοκρατίας σε επίπεδο ψηφοφόρων, γίνατε και χορηγοί της στο επίπεδο της Αναθεώρησης του Συντάγματος. Και έχετε ευθύνη! Διότι δεν ξέρω τι λέει ο κ. Τασούλας σήμερα, δεν ξέρω αν είμαστε εμείς τα μέλη και της επόμενης Βουλής. Ο λαός θα αποφασίσει. Μπορεί πολλοί από εμάς να μην είναι. Συνήθως η Βουλή ανανεώνει κατά 40% τα μέλη της, ο λαός τα ανανεώνει. Οι επόμενοι που θα είναι εδώ μετά τις εκλογές του Μαΐου -όπως εγώ πιστεύω- ή του Οκτωβρίου -όπως λένε κάποιοι- η επόμενη, λοιπόν, Βουλή θα κληθεί αδέσμευτη και ελεύθερα να αποφασίσει.

Και εδώ δίνετε το δικαίωμα στην τότε Πλειοψηφία -που δεν φαίνεται να είστε εσείς- να αλλάξει τους όρους εκλογής του Προέδρου Δημοκρατίας και να μην απαιτείται συναίνεση στη Βουλή;

Κυρία Πρόεδρε, θα χρειαστώ ένα ή δύο λεπτά ακόμα και θα ολοκληρώσω.

Τι λάθος είναι αυτό; Για ποιον λόγο το κάνετε αυτό;

Δεν το λέω γιατί θέλουμε εμείς ως Κόμμα να είμαστε χρήσιμοι στην επόμενη Βουλή, δηλαδή στους επόμενους κοινοβουλευτικούς συσχετισμούς. Το λέω γιατί πρέπει να έχουμε κοινή αντίληψη για τον τρόπο εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας. Τι κάνετε τώρα εσείς; Ενώ ξέρετε ποιες είναι οι προτάσεις, δίνετε το δικαίωμα μία Βουλή να παίρνει την απόφαση με εκατόν πενήντα μία (151) ψήφους.

Συγχαρητήρια, κυρίες και κύριοι του ΣΥΡΙΖΑ! Είστε και αφελείς και αδέξιοι και σε λάθος κατεύθυνση σε ό,τι αφορά το άρθρο 32, που το παραβιάσατε στις προεδρικές εκλογές του 2015 μη ψηφίζοντας τον Σταύρο Δήμα και καταγγέλλοντας τους Βουλευτές που ψήφιζαν ως αργυρώνητους.

Να κλείσω με τέσσερις θετικές αναφορές, με τους τίτλους τους. Εμείς πήραμε θέση σε όλα τα θέματα. Και πιστεύω ότι η Κοινοβουλευτική μας Ομάδα -Βενιζέλος, Παπαθεοδώρου, Καρράς, εγώ, όσοι άλλοι από εμάς πήραν τον λόγο- έδωσε μια καλή μάχη, μια μάχη αξιοπρέπειας, αξιοπιστίας, επιχειρημάτων, όχι φανφαρονισμού, μία μάχη ουσίας. Όμως, όπως είπα στην ομιλία μου, πήγε στράφι αυτή η διαδικασία.

Τι ξεχωρίζω; Ξεχωρίζω ότι ψηφίσαμε όλοι μαζί, πέρα από τα άρθρα 62 και 86, και πηγαίνει στην επόμενη Βουλή, το άρθρο 68 παράγραφος 2.

Κυρία Πρόεδρε, όσες φορές από το 1975 και μετά οι αντιπολιτεύσεις έλεγαν ότι οι εξεταστικές επιτροπές πρέπει να συγκροτούνται με ψήφους της μειοψηφίας και να είναι αρκετές αυτές οι ψήφοι, οι πλειοψηφίες έλεγαν «Όχι». Όταν οι πλειοψηφίες καθίσταντο μειοψηφίες, αυτές ισχυρίζοντο ότι είναι δικαίωμα της μειοψηφίας οι εξεταστικές επιτροπές και οι νέες πλειοψηφίες, που ήταν χθες μειοψηφίες και υποστήριζαν τα αντίθετα, έλεγαν «Όχι».

Σε αυτή την κωμωδία δίνει τέλος αυτή η Βουλή, προτείνοντας την αναθεώρηση του άρθρου 68 παράγραφος 2.

Επίσης, σε ό,τι αφορά στα κοινωνικά δικαιώματα -που η πρακτική αξία της συνταγματικής κατοχύρωσης πολλές φορές αμφισβητείται -και σωστά- κατά τη νομολογία των δικαστηρίων- δώσαμε έμφαση. Και εμείς στηρίξαμε τις προτάσεις που είχαν ακουστεί.

Και ακόμη -επιτέλους!- έγινε μία συζήτηση για την ανάγκη αύξησης της δυναμικής του ρόλου και των εγγυήσεων των δικαστηρίων που λειτουργούν στο πλαίσιο των Ενόπλων Δυνάμεων.

Να, κάνω τέσσερις αναφορές που σχετίζονται και με κάτι θετικό. Αρκεί αυτό το σώμα των θετικών ρυθμίσεων-προτάσεων που ψηφίστηκαν, για να γίνει η αναθεώρηση από την επόμενη Βουλή; Πιστεύω ότι είναι πολύ λίγες, σε σχέση με τις ανάγκες που έχουν οι Έλληνες, οι Ελληνίδες και η Ελλάδα ως χώρα.

Σας ευχαριστώ πολύ.